50
•
ΑΓΡΟΤΗΣ
σμενής χωρίς θεραπευτική αγωγή αφού πεθαίνει το
80-90% των μολυσμένων ζώων 3-24 μήνες μετά την
εμφάνιση των συμπτωμάτων. Αντίθετα, η πρόγνωση
είναι καλή μετά τη χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής
αφού παρατηρείται υποχώρηση των συμπτωμάτων
στο 40-90% των ασθενών ζώων, ενώ το 10-20%
των μολυσμένων ζώων αυτοϊάται. Η
φαρμακευτική
αγωγή
για την αντιμετώπιση της λεϊσμανίασης του
σκύλου περιλαμβάνει διάφορα φαρμακευτικά σκευ-
άσματα και σχήματα που παρέχουν ικανοποιητικά
αποτελέσματα εφόσον προλαμβάνονται οι αναμο-
λύνσεις και οι αναζωπυρώσεις της νόσου (7).
Πρόληψη της λεϊσμανίασης
Η πρόληψη της λεϊσμανίασης του σκύλου μπορεί να
γίνει με την τοποθέτηση εντομοαπωθητικού περιλαι-
μίου ή με την τοποθέτηση εντομοαπωθητικού στον
αυχένα και στη ράχη του σκύλου, από τον Μάιο μέχρι
τον Νοέμβριο, μετά τη δύση του ήλιου. Παράλληλα,
επιβάλλεται η χρησιμοποίηση λεπτού συρμάτινου
πλέγματος στο σπιτάκι που διαμένει ο σκύλος για
την αποφυγή εισόδου των σκνιπών και η προληπτική
ορολογική εξέταση του σκύλου, κάθε εξάμηνο (Μάιο
και Νοέμβριο), για να τίθεται έγκαιρα η διάγνωση και
να θεραπεύεται το μολυσμένο ζώο πριν μετατραπεί
σε αποθήκη του παρασίτου στη φύση. Η πρόληψη
της λεϊσμανίασης στον άνθρωπο στηρίζεται στη χρη-
σιμοποίηση εντομοαπωθητικών στα ακάλυπτα μέρη
του σώματος, από τον Μάιο έως τον Νοέμβριο μετά
τη δύση του ήλιου, στην ενημέρωση του κοινού για
τον βιολογικό κύκλο του παρασίτου και την επώαση
του νοσήματος και στην έγκαιρη διάγνωση και τη θε-
ραπεία των ασθενών έτσι ώστε να μην καθίστανται
φορείς του παρασίτου στη φύση (7).
Κατάσταση στην Κύπρο
Πριν το 1945, η σπλαχνική λεϊσμανίαση του σκύλου
(CanL) με παρασιτικό αίτιο το
L. infantum
ήταν ευ-
ρέως διαδεδομένη στην Κύπρο και τo
Phlebotomus
tobbi
είχε ενοχοποιηθεί ως ο ενδιάμεσος ξενιστής.
Κατά τη δεκαετία 1940-1950 λόγω της εκστρατείας
για εκρίζωση της ελονοσίας οι πληθυσμοί της σκνί-
πας μειώθηκαν δραματικά ενώ κάποια χρόνια αργό-
τερα, το 1970-1975, μειώθηκε και ο πληθυσμός των
σκύλων στο νησί από 46.000 σε 6.000 σαν συνέπεια
της επιτυχούς εκστρατείας κατά του εχινόκοκκου. Οι
δράσεις αυτές είχαν σαν συνέπεια τη σχεδόν πλήρη
εκρίζωση της CanL στο ελεγχόμενο τμήμα του νησιού
το οποίο έμεινε καθαρό από τη νόσο για πάνω από
20 χρόνια (4).
Αργότερα, όμως, οι πληθυσμοί τόσο των σκνιπών όσο
και των σκύλων αυξήθηκαν και πάλι με αποτέλεσμα
την επανεμφάνιση της CanL και την καταγραφή περι-
στατικών σε σκύλους παράκτιων περιοχών, το 1996,
με το
L. infantum
σαν τον αιτιολογικό παράγοντα (4).
Παρ’ όλη τη μεγάλης έκτασης προσβολή των σκύλων
της Κύπρου, καμία έρευνα δεν πραγματοποιήθηκε
στο παρελθόν όσον αφορά την προσβολή ανθρώπων
από λεϊσμανίαση και έτσι μόνο δύο περιστατικά είναι
γνωστά από το 1935 μέχρι το 2006 (2,4).Το 2006, δι-
αγνώστηκαν έξι περιστατικά προσβολής ανθρώπων
με το παράσιτο L. donovani (τέσσερα με τη δερμα-
τική μορφή και δύο με τη σπλαχνική) (2,4), κάτι που
κατέδειξε ότι στο νησί υπάρχουν ενδογενείς συμβατοί
φορείς του παρασίτου.
Έτσι, παρόλο που στην Κύπρο είναι ξεκάθαρο ότι
υπάρχουν κατάλληλοι φορείς για τη μετάδοση της
Leishmania σε σκύλους και ανθρώπους, είναι ση-
μαντικό να αναφερθεί ότι ενώ υπάρχει μεγάλη προ-
σβολή των σκύλων από
L. infantum
οι άνθρωποι
δεν προσβάλλονται από αυτό το παράσιτο (όπως θα
ήταν αναμενόμενο) αλλά από
L. donovani.
Συνεπώς
με τα μέχρι στιγμής επιστημονικά δεδομένα, οι μο-
λυσμένοι με λεϊσμανίαση σκύλοι δεν ενέχονται στη
μετάδοση της λεϊσμανίασης σε ανθρώπους, στην
Κύπρο (2,4).
Βιβλιογραφία
1. Department of Entomology, Natural History Museum, London, United Kingdom, (2010), Leishmaniasis emergence in Europe, Euro Surveill,
15(10): 19505
2. Alvar J., Velez I. D., Bern C., Herrero M., Desjeux P., Cano J., Jannin J., Den Boer M., the WHO Leishmaniasis Control Team, (2012),
Leishmaniasis Worldwide and Global Estimates of Its Incidence, Plos One 7(5): e35671
3. Antoniou M., Haralambous C., Mazeris A., Pratlong F., Debet J. P., Soteriadou K., (2008), Leishmania donovani leishmaniasis in Cyprus,
The Lancet Infectious Disease, volume 8, issue 1, p.6-7
4. Mazeris A., Soteriadou K., Debet J. P., Haralambous C., Tsatsaris A., Moschandreas J., Messaritakis I., Christodoulou V., Papadopoulos
B., Ivovic V., Pratlong F., Loucaides F., Antoniou M., (2010), Leishaniases and the Cyprus Paradox, The American J. of Tropical Med. and
Hygiene, 82(3): 441-448.
5. Gkolfinopoulou K., Bitsolas N., Patrinos S., Veneti L., Marka A., Dougas G., Pervanidou D., Detsis M., Triantafillou E., Georgakopoulou
T., Billinis C., Kremastinou J., Hadjichristodoulou C., (2013), Epidemiology of human leishmaniasis in Greece, 1981-2011, Euro Surveill.,
18(29):pii=20532
6. Antoniou M., Gramiccia M., Molina R., Dvorak V., Volf P., (2013), The role of indigenous phlebotomine sandflies and mammals in the
spreading of leishmaniasis agents in the mediterranean region, Eurosurveillance, volume 18, issue 30
7. Χαραλαμπίδης Σ. Θ., Θεοδωρίδης Ι. Θ., Φρύδας Σ. Α., Παπαζαχαριάδου Μ.Γ., Παπαδόπουλος Η. Γ., Διάκου Α. Ν., Παρασιτικά νοσήματα
των κατοικίδιων ζώων, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Τμήμα Κτηνιατρικής, Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημά-
των, Έκδοση 2005-2006