Layout 1 - page 66

64
ΑΓΡΟΤΗΣ
η ανάγκη για χώμα ήταν μεγάλη και η μεταφορά στα
εργαστήρια γινόταν με γαϊδούρια. Ο πηλός προετοι-
μαζόταν μέσα σε βούρνες ποικίλων μεγεθών, όπου
ανακατευόταν το χώμα με το νερό, με τη βοήθεια
μιας βέργας. Για την κατασκευή των βαρωσιώτικων
αγγείων χρησιμοποιούσαν λευκό, αργιλώδες χώμα,
αναμεμειγμένο με ερυθρωπό, που λειτουργούσε ως
συνδετική ύλη. Το χώμα ζυμωνόταν απευθείας με
νερό, χωρίς κοσκίνισμα, δημιουργώντας έναν παχύ-
ρευστο χυλό, που σκεπαζόταν με λινάτσες για αρκε-
τές μέρες, ώστε να διατηρήσει την υγρασία του μέχρι
τη χρήση. Οι αγγειοπλάστες του Βαρωσιού κατα-
σκεύαζαν αγγεία για μεταφορά νερού, όπως κούζες
και κορύπες, αποθηκευτικά αγγεία όπως κούμνες,
σίκλες, μαγειρικά σκεύη όπως τταβάς, κουρελλίν,
επιτραπέζια αγγεία όπως μπότης και λαϊνόβαττες
(εικόνα 9). Κατασκεύαζαν, επίσης, αγγεία για πότι-
σμα ζώων όπως ποτίστρες, και διάφορα άλλα αγ-
γεία, όπως καπνιστήρια (εικόνα 10) και κουκουμάδες
(εικόνα 11).
Τα
αγγειοπλαστεία της Λαπήθου
ειδικεύονταν στα
τροχήλατα εφυαλωμένα αγγεία. Η εξεύρεση της πρώ-
της ύλης, του χώματος, γινόταν από την περιοχή της
Μύρτου για το κόκκινο χώμα, για το μαύρο από το Βα-
ρώσι, το ασπρόχωμα από τη Λευκωσία και ο άργιλος
από την ευρύτερη περιοχή του εργαστηρίου. Για την
κατασκευή λαπηθιώτικων αγγείων, ήταν απαραίτητη η
εξασφάλιση πολύ καθαρού πηλού. Για τον λόγο αυτό,
κατασκευάζονταν μια σειρά από διαδοχικές δεξαμε-
νές, οι οποίες συνδέονταν μεταξύ τους με υδρορροές,
όπου το ύψος τους σταδιακά μειωνόταν. Στην πρώτη
από αυτές γινόταν η ανάμειξη του χώματος με τρεχού-
μενο νερό, και με τη συνεχή ανάδευση τα πιο βαριά
υλικά έμεναν στον πυθμένα, ενώ το διάλυμα προχω-
ρούσε μέσω της υδρορροής στην επόμενη δεξαμενή,
για να καταλήξει καθαρό πλέον στην τελευταία.
Στις υδρορροές συχνά τοποθετούνταν τμήματα από
ακανθωτούς θάμνους, που συγκρατούσαν ελαφριά
υλικά όπως κλαδιά. Στη συνέχεια το υλικό αφηνόταν
μέσα σε σάκους για να αποβάλει το περιττό υγρό και
ακολουθούσε το ζύμωμα, αρχικά με τα πόδια στο έδα-
φος και έπειτα σε πάγκο, αφού πρώτα είχε τεμαχιστεί.
Τα κομμάτια ρίχνονταν σε κάθετο τοίχο, σε σκιερό
χώρο και έμεναν εκεί μέχρι να στεγνώσουν. Ο πηλός
που παραγόταν με αυτή τη μέθοδο ήταν γνωστός ως
«κουλιαστός» και θεωρούνταν ανώτερης ποιότητας.
Τα αγγεία που προορίζονταν για επιτραπέζια χρήση,
αλλά και αρκετά αποθηκευτικά δοχεία, αφού στέγνω-
ναν μετά το πλάσιμό τους, τα κάλυπταν με διάλυμα
«μπατανά». Πρόκειται για ένα άσπρο καθαρό αργι-
λόχωμα, το οποίο λειαίνει την επιφάνεια των αγγείων
και χρησιμοποιείται ως βάση για να τοποθετηθεί η
αλοιφή. Μετά το πρώτο ψήσιμο και την εξαγωγή τους
από το καμίνι, και αφού κρύωναν, τοποθετούσαν το
υάλωμα περνώντας τα αγγεία από την αλοιφή, που
πολλές φορές παρασκεύαζε ο ίδιος ο αγγειοπλάστης.
Η διακόσμηση συνήθως γινόταν με πράσινη βαφή την
οποία κατασκεύαζε ο τεχνίτης από κομμάτια χαλκού.
Κατά την έναρξη της αγγλοκρατίας, το Τμήμα Γε-
ωργίας επιδίωξε να εμπλουτίσει τα σχέδια των λα-
πηθιώτικων αγγείων καθιστώντας τα πιο προσιτά
στους Άγγλους αγοραστές. Ο πρώτος διευθυντής του
Τμήματος Γεωργίας, Παναγιώτης Γεννάδιος, μαζί με
Άγγλους εμπειρογνώμονες έδωσαν νέες συνταγές
αλοιφής, νέα χρώματα και νέα σχέδια στον τεχνίτη
Δημήτρη Τσιμούρη, ο οποίος κατασκεύασε αγγεία τα
οποία βραβεύτηκαν σε εκθέσεις στο Λονδίνο και στην
Αθήνα. Γνωστός αγγειοπλάστης της Λαπήθου ήταν
ο Αριστοφάνης Χατζηχαραλάμπους, ο οποίος, μετά
την τουρκική εισβολή του 1974, δραστηριοποιήθηκε
στη Λευκωσία, αρχικά σε ένα μικρό εργαστήριο και το
1980 σε ιδιόκτητη βιοτεχνική μονάδα στη βιομηχανική
περιοχή του Στροβόλου.
Μερικά από τα λαπηθιώτικα αποθηκευτικά αγγεία
ήταν ο κουρελλὀς (εικόνα 12), ο κούζος, ο βάζος και
η φίζα (εικόνα 13). Κάποια από τα επιτραπέζια ήταν ο
μπότης (εικόνα 14), η κορύππα και η κούππα.
Η κυπριακή αγγειοπλαστική αποτελεί ένα πεδίο στο οποίο αντανακλάται το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο των
κατοίκων του νησιού, καθώς και οι χρηστικές και διακοσμητικές ανάγκες των ορεινών και αστικών περιοχών της
Κύπρου. Όσα αγγειοπλαστεία παραμένουν μέχρι σήμερα, προσπαθούν να κρατήσουν ζωντανές τις ρίζες αλλά
και τις μνήμες των προγόνων μας, έστω και μέσα από μια παραγωγή που βασίζεται καθαρά στον τουρισμό.
Βιβλιογραφία
• Δημητρίου M. (2001) Παραδοσιακή Αγγειοπλαστική στην Κύπρο. Εθνογραφικό Μουσείο Κύπρου, Λευκωσία: Εταιρεία Κυπριακών Σπουδών.
(σελ15, 17-19, 21, 31-34)
• Ιωνάς Ι. (2001) Παραδοσιακά Επαγγέλματα της Κύπρου. Λευκωσία: Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών. 421-437
• Ionas Ι. (1998) Pottery in the Cyprus Tradition. Cyprus Research center. (σελ 23, 32-44, 60-67)
• Λάμπρου Ε., Ηγουμενίδου Ε. (2005). Εξ όπτης γης. Ανιχνεύοντας τα παραδοσιακά αγγειοπλαστεία της Λευκωσία. Λευκωσία: Υπουργείο
Παιδείας και Πολιτισμού. (σελ 140)
• Παπαδημητρίου Ε. (2005) Νεώτερη εφυαλωμένη κεραμική της Κύπρου. Τα εργαστήρια της Λαπήθου. Λευκωσία: Εν Τύποις. (σελ 29-45)
• Λαϊκοί τεχνίτες της Κύπρου (1981) Δήμος Λευκωσίας: Παγκύπριος Οργανισμός Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς (σελ 15)
1...,56,57,58,59,60,61,62,63,64,65 67,68,69,70,71,72
Powered by FlippingBook