62
•
ΑΓΡΟΤΗΣ
Περιγραφή
Η σχινιά είναι αειθαλής αρωματικός, ρητινοφόρος θά-
μνος ή μικρό δέντρο, ύψους μέχρι 5m, με λείο και,
συνήθως, γκριζωπό φλοιό. Τα φύλλα είναι διατεταγ-
μένα κατ’ εναλλαγή, σύνθετα, πτερωτά, αρτιόληκτα,
5-10cm x 3-7cm. Τα φυλλάρια φέρονται σε 2-4 ζεύ-
γη και είναι ωοειδή, επιμήκη ή ελλειπτικά, δερματώ-
δη, σκοτεινοπράσινα, με τη ράχη συχνά εμφανώς
πτερωτή.
Τα άνθη είναι μονογενή και το φυτό δίοικο, έτσι, τα
φυτά της είναι είτε αρσενικά (φέρουν μόνο αρσενι-
κά άνθη), είτε θηλυκά και παράγουν καρπούς. Τα
αρσενικά άνθη είναι διατεταγμένα σε βότρυες ή φό-
βες, ενώ τα θηλυκά φέρονται επίσης σε βότρυες,
στις μασχάλες των φύλλων. Ανθίζει από τον Φε-
βρουάριο μέχρι τον Μάρτιο. Ο καρπός είναι σφαι-
ρική δρύπη διαμέτρου περίπου 5mm, κόκκινη στην
αρχή, σταδιακά όμως γίνεται μαύρη και γυαλιστερή
κατά την ωρίμανση, από τον Σεπτέμβριο μέχρι τον
Δεκέμβριο.
Εξάπλωση-Eνδιαίτημα
Eίναι ιθαγενής θάμνος στο νησί μας. Συμμετέχει ως
κύριο είδος σε διάφορους τύπους οικοτόπων της
ευρωπαϊκής οδηγίας 92/43ΕΟΚ όπως οι οικότοποι
2260 (θίνες με σκληρόφυλλους θάμνους), 5330
(θερμό-μεσογειακοί και προ-ερημικοί θαμνώνες),
9320 (δάση ελιάς και χαρουπιάς) και 9540 (δάση
τραχείας πεύκης). Τη συναντούμε σε αρκετές περι-
οχές του νησιού σε υψόμετρο από 0-800m, και είναι
πολύ κοινό φυτό σε πετρώδεις πλαγιές, πευκοδάση
και παραλιακούς αμμοθίνες. Μεταξύ άλλων απαντά
στον Ακάμα, Λυσό, Αρχιμανδρίτα, Ακρωτήρι, Μαζω-
τό, Επταγώνια, δάσος Λεμεσού, Βαβατσινιά, Λάρνα-
κα, Κορμακίτη, Πενταδάκτυλο, Άγιο Αμβρόσιο Κερύ-
νειας, Φλαμούδι και Καρπασία. Φυτρώνει, επίσης,
σε όλες τις παραμεσόγειες χώρες καθώς και στην
Πορτογαλία και στα νησιά του Ατλαντικού. Το επίθετο
lentiscus είναι η αντίστοιχη λατινική λέξη της ελληνι-
κής «σχίνος».
Ιστορικά στοιχεία
Διάφοροι μελετητές ταυτίζουν τη Σχίνο του Θεό-
φραστου με τη σχινιά. Στη Χίο καλλιεργείται μια
ποικιλία του είδους
Pistacia lentiscus
var.
chia
για
την παραγωγή της ομώνυμης μαστίχας – «οι σχί-
νοι οι δακρύζοντες αγριομαστίχην», όπως γράφει
ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Ο Διοσκουρίδης
(1ος αιώνας μ.Χ.) στο έργο του «Περί Ύλης Ια-
τρικής (1.41)», αναφέρεται στο σχίνινο έλαιο που
παράγεται από τους ώριμους καρπούς της σχι-
νιάς. Ο Πλίνιος (23-79 μ.Χ.) από την πλευρά του,
γράφει ότι το λάδι της σχινιάς χρησιμοποιείται για
τη νοθεία του βαλσάμου (Natural History, 12.121).
Δίνει, ακόμη, τη συνταγή ενός από τα αρχαιότερα
Αναφορά σε ένα από τα κυπριακά φυτά
Σχινιά
(
Pistacia lentiscus
L.)
Δέντρο της Χρονιάς 2015
Τάκης Παπαχριστοφόρου
Ανώτερος Δασικός Λειτουργός
στο Tμήμα Δασών
Η
σχινιά (
Pistacia lentiscus
) ή σιηννιά στην κυπριακή διάλεκτο (ή σκίνος στην ελληνική), ανήκει
στην οικογένεια των Ανακαρδιιδών (Anacardiaceae), η οποία περιλαμβάνει 60 περίπου γένη
φυτών. Το γένος
Pistacia
, στο οποίο ανήκει και η σχινιά, περιλαμβάνει περί τα 11 είδη, με εξάπλωση,
κυρίως, στη Μεσόγειο, στην Ασία, στο Μεξικό, στις ΗΠΑ, στα νησιά του Ατλαντικού και στην ανατο-
λική τροπική Αφρική. Στον τόπο μας υπάρχουν άλλα τρία είδη του γένους, από τα οποία τα δυο είναι
ιθαγενή, ο Τρέμιθος (
Pistacia atlantica
) και η Τρεμιθιά (
Pistacia terebinthus
) καθώς και η καλλιεργού-
μενη Χαλεπιανή (
Pistacia vera
), γνωστή για τους εδώδιμους καρπούς της, τα φημισμένα χαλεπιανά.