Περιοδικό Αγρότης- Έκδοση Μάιος 2017- Αύγουστος 2017 - page 55

A Γ Ρ Ο Τ Η Σ 2 0 1 7
/
T E Υ Χ Ο Σ 4 7 1
55
Το βαμβάκι (εικ.1) καλλιεργήθηκε για πρώτη φορά στις
Ινδίες στην κοιλάδα του Ινδού ποταμού, αρκετές χιλιάδες
χρόνια προ Χριστού. Η πρώτη γενική περιγραφή του
φυτού και λεπτομέρειες για την καλλιέργειά του δίδονται
από τον Θεόφραστο, φιλόσοφο της αρχαιότητας, ο οποίος
έζησε τον 2ο αιώνα π.Χ. Στη Μεσόγειο το βαμβάκι έφθασε
σε μεταγενέστερους χρόνους. Κατά τον 16ο μ.Χ. αιώνα
αποτελούσε ένα από τα κυριότερα προϊόντα της Κύπρου,
κάτι που πιστοποιείται από τις εκθέσεις των Βενετών
αξιωματούχων που υπηρετούσαν στην Κύπρο. Η παραγωγή
είχε δε αυξητική πορεία καθώς το 1523 μ.Χ. η Κύπρος
παρήγε 7.000 καντάρια (εικ.2) βαμβάκι και 150 σάκους
βαμβακερά κλωσμένα νήματα, ενώ το 1540 μ.Χ. παρήγε
20.000 καντάρια βαμβάκι και 150 σάκους βαμβακερά
νήματα.
Από έγγραφα του κρατικού αρχείου της Βενετίας
πληροφορούμαστε ότι το Συμβούλιο των δέκα στη Βενετία
με έγγραφό του στις 30 Ιανουαρίου 1520 μ.Χ. διατάσσει
την κυβέρνηση της Κύπρου να στείλει στη Βενετία το
ποσό των δέκα δουκάτων σε βαμβακερό νήμα με τις
νάβες του Μαρτίου, για να φτιάξουν το ύφασμα
fostagno
για τις ανάγκες του ναύσταθμου της Βενετίας. Από τα
ίδια έγγραφα προκύπτει ότι η Κύπρος είχε στείλει και πιο
πριν στη Βενετία βαμβακερά νήματα για την κατασκευή
ιστίων. Από έγγραφο του κρατικού αρχείου της Βενετίας
Μαρία Αθανασίου
Επιθεωρήτρια Γεωργίας
Τμήμα Γεωργίας
Πολύτιμο της Κύπρου βαμβάκι
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ
στις 30 Αυγούστου 1521, προκύπτει, επίσης, ότι η Κύπρος
διατάχθηκε να πουλήσει σε δημόσιο πλειστηριασμό 200
καντάρια βαμβάκι για να καλυφθούν οι ανάγκες του
πολέμου της Δημοκρατίας της Βενετίας με τη συμμαχία
του Καμπραί.
Μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα οι εξαγωγές βαμβακιού
προορίζονταν κυρίως στηΒενετία και ακολούθως στηΓαλλία.
Στην ετήσια έκθεση του Τμήματος Γεωργίας 1909-1910
αναφέρεται η καλλιέργεια διαφόρων ποικιλιών βαμβακιού
στον κυβερνητικό πειραματικό κήπο της Λευκωσίας και
επισημαίνονται δύο ποικιλίες βαμβακιού - οι Sea island και
Allen’s lοng staple - ως οι πιο συμβατικές με το κλίμα της
Κύπρου. Ανάμεσα στα 1942 και 1944 δεκαεπτά χωρία της
Λευκωσίας, Λάρνακας και Αμμοχώστου ανακηρύχθηκαν
βάσει του νόμου του βαμβακιού σε περιοχές όπου θα
καλλιεργείται αποκλειστικά η ποικιλία Coker 100. Η
δυσκολία, όμως, στην προμήθεια καθαρού σπόρου της
συγκεκριμένης ποικιλίας απέκλεισε την επέκταση της
καλλιέργειας και σε άλλες περιοχές. Στις αρχές του 20ου
αιώνα η καλλιέργεια του βαμβακιού γινόταν σε περιοχές
κοντά στην Κυθρέα, Δάλι, Νήσου, Σολέα, Καραβά και
Λάπηθο. Εντατικές καλλιέργειες γίνονταν και στη Μεσαορία.
Οι εξαγωγές προορίζονταν για τη Μασαλία, την Τριέστη, τον
Πειραιά και την Πάτρα.
Η πεδιάδα της Μεσαορίας, όπου το βαμβάκι ήταν ένα
από τα κύρια γεωργικά προϊόντα, αναπτύχθηκε σε ένα
από τα πιο σημαντικά κέντρα υφαντικής. Έμποροι από τη
Λευκωσία και άλλες πόλεις οργάνωσαν την παραγωγή και
διακίνηση υφαντών πάνω σε εμπορική βάση. Τα υφαντά
είχαν λαμπερούς κόκκινους, κίτρινους, πράσινους, μπλε
και λευκούς συνδυασμούς, ριγωτά ή καρό. Στη χερσόνησο
της Καρπασίας οι χρωματισμοί των υφαντών ήταν ακόμα
πιο φωτεινοί με επικρατέστερο το λαμπερό φωτεινό. Βόρεια
της οροσειράς του Πενταδακτύλου στην παραθαλάσσια
ζώνη υπήρχε αξιόλογη καλλιέργεια βαμβακιού, η οποία
έφερε σημαντικό εισόδημα στους γεωργούς. Τα βαμβακερά
υφαντά στην περιοχή αυτή ήταν λεύκα και βάφονταν με
ινδικό μπλε χρώμα.
Το βαμβάκι ως ένα από τα κύρια γεωργικά προϊόντα του
νησιού τύγχανε επεξεργασίας τοπικά, και η κατεργασία του
που αφορούσε στο κλώσιμο της κλωστής και στην ύφανσή
του ήταν από τις κυριότερες ασχολίες των γυναικών της
Κύπρου. Στην Κύπρο υπήρχε ένα γενικός κανόνας, μια
επιδέξια γυναίκα έπρεπε να γνωρίζει την κατεργασία των
πρώτων υλών και την ύφανση παραδοσιακών υφασμάτων
για τον οικιακό εξοπλισμό. Τα κυριότερα εργαλεία της ήταν
το «δουλάππι», η ανέμη και ο αργαλειός.
Για να είναι το βαμβάκι καλό έπρεπε τα «καρύδκια» να είναι
μεγάλα, άσπρα και ανοικτά λίγο στην κορυφή. Η επεξεργασία
του βαμβακιού ξεκινούσε με το κόψιμό του από το φυτό και
τον καθαρισμό του από τους σπόρους, αφού προηγουμένως
το τοποθετούσαν σε αραιό κόσκινο το λεγόμενο «αρβάλι»
και το κτυπούσαν με λεπτό ραβδί από ξύλο ροδιάς για να
πέσει το χώμα από το κόσκινο. Σε μεταγενέστερα χρόνια
το βαμβάκι μεταφερόταν σε ειδικά εκκοκκιστήρια για να
απαλλαχθεί από ξένες ουσίες. Εκκοκκιστήρια υπήρχαν στη
Λάπηθο ως παραρτήματα των αλευρόμυλων.
Εικ.2 Καντάρι (είδος ζυγαριάς από τη συλλογή του Μουσείου
Κυπριακής Υπαίθρου)
Εικ.1 Βαμβάκι
1...,45,46,47,48,49,50,51,52,53,54 56,57,58,59,60
Powered by FlippingBook