την κηρήθρα, δηλαδή, να αρχίζει από το ένα στόµιο και να κα-
ταλήγει στο αντίθετο, τα ονόµαζαν «οξύτες» και χαρακτηρί-
ζονταν ως επιθετικά και πολύ παραγωγικά. Λιγότερο επιθετικά
συµπεριφέρονται οι «σπαθκιάδες», οι µέλισσες των τζιβερτιών
εκείνων των οποίων η κατασκευή των κηρηθρών είναι διαγώ-
νιος. Υπάρχουν επίσης και τα σµήνη «κοσκινάδες» των οποίων
η κατασκευή των κηρηθρών γίνεται εγκάρσια προς τον άξονα
του τζιβερτιού.
Το µελίσσι, ως ένας καλά συγκροτηµένος υπεροργανισµός,
αποτελείται από χιλιάδες µέλισσες (βασίλισσα – εργάτριες –
κηφήνες), οι οποίες διαθέτουν τη δική τους γλώσσα επικοινω-
νίας και συνεννόησης. Ο συντονισµός και η ρύθµιση της συµ-
περιφοράς των µελισσών επιτυγχάνεται µε οπτικά και ακου-
στικά µηνύµατα, αλλά, κυρίως, µε χηµικές ουσίες (φεροµό-
νες). Έτσι, κάθε µελίσσι φέρει τη δική του ξεχωριστή οσµή που
εξαρτάται από την ύπαρξη τροφών (µελιού, γύρης), την
έκταση του γόνου και, κυρίως, την παρουσία της βασίλισσας.
Οι φεροµόνες της βασίλισσας εξασφαλίζουν τη συνοχή, τη
σταθερότητα και τη λειτουργικότητα του υπεροργανισµού.
H βασίλισσα διακρίνεται εύκολα από τους κηφήνες και τις ερ-
γάτριες καθώς είναι πιο µεγαλόσωµη, έχει µακριά κοιλιά, κοντά
φτερά και προβοσκίδα, φέρει κεντρί χωρίς άγκιστρα, δεν έχει
αδένες παραγωγής κεριού, αλλά ούτε και όργανα συλλογής
και µεταφοράς νέκταρος ή γύρης. Ζει έως και πέντε χρόνια,
ωοτοκεί κατά µέσο όρο 1500 αυγά την ηµέρα ανάλογα µε την
εποχή. Παράγει χηµικές ουσίες (φεροµόνες) µε τις οποίες δια-
τηρείται η οργάνωση, η συνοχή και η λειτουργικότητα του µε-
λισσιού. Η βασίλισσα είναι το µόνο θηλυκό άτοµο που ζευγα-
ΑΓΡΟΤΗΣ
59
τις διάφορες φυλές µελισσών προσπαθούν να δια-
κρίνουν µέσα από µεθόδους και τεχνικές (ισοενζυ-
µική ανάλυση, µιτοχονδριακό DNA, κλασική και γεω-
µετρική µορφοµετρία) τη γενετική δοµή της µέλισ-
σας. Αυτό αποτελεί προϋπόθεση για να εξαχθούν
πληροφορίες για την προέλευσή της, να συσχετι-
σθούν τα χαρακτηριστικά της µε γενετικές διαφορο-
ποιήσεις και να βελτιωθούν µε κατάλληλη επιλογή,
να διαπιστωθεί η ανάµειξη διαφορετικών πληθυσµών
και να ταυτοποιηθεί η ντόπια µέλισσα. Η κυπριακή
φυλή µελισσών µελετήθηκε από τους Θρασυβούλου
(1974),
όπου περιγράφονται τα βασικά βιοµετρικά χα-
ρακτηριστικά της φυλής, Χαραλαµπίδη (1991), Βιο-
λάρη (1993) και Μπουγά (1998), όπου και καταδει-
κνύονται διαφορές στα πιο πάνω χαρακτηριστικά, έν-
δειξη ότι η κυπριακή φυλή έχει υβριδιστεί σε κάποιο
βαθµό. Εποµένως, συµπερασµατικά, η κυπριακή µέ-
λισσα έχει υποστεί επιδράσεις από ξένες φυλές, δια-
τηρούνται, όµως, αρκετά αµιγή χαρακτηριστικά, έτσι
ώστε να µπορεί να διακριθεί από άλλες φυλές. Αυτό
το οποίο είναι σηµαντικό και υποστηρίζεται από τους
µελετητές είναι ότι η µέλισσα της Κύπρου είναι µο-
ναδική επειδή έχει προσαρµοστεί σε ένα ιδιαίτερο
περιβάλλον.
Ανάλογα µε τον τρόπο, µε τον οποίο τα µελίσσια έχτι-
ζαν τις φυσικές τους κηρήθρες στα τζιβέρτια, οι µε-
λισσοκόµοι στην Κύπρο τα χαρακτήριζαν µε διαφο-
ρετικές ονοµασίες. Τα σµήνη, τα οποία κατασκεύα-
ζαν τις κηρήθρες τους κατά µήκος του τζιβερτιού, µε
Οξύτης
Τζιβέρτια κάτω από στέγαστρο (Μονα-
στήρι Αγίου Γεωργίου του Μαυροβου-
νιώτη στους Τρούλλους)