Η προσφορά της µελισσοκοµίας δια-
φέρει από τους άλλους παραγωγι-
κούς κλάδους του γεωργικού τοµέα.
Εκτός από την παραγωγή των εξαι-
ρετικών διατροφικά µελισσοκοµικών
προϊόντων, συµβάλλει τόσο στη δια-
τήρηση της βιοποικιλότητας της αυ-
τοφυούς χλωρίδας και πανίδας, όσο
και στη σηµαντική βελτίωση της πο-
σότητας και της ποιότητας των πα-
ραγόµενων προϊόντων των διάφο-
ρων καλλιεργειών. Στο 80% των εν-
τοµόφιλων φυτών, η επικονίαση και,
ακολούθως, η γονιµοποίηση, η ο-
ποία θα δώσει τους καρπούς, τους
σπόρους, το χόρτο των λειµώνων και
τη βιοποικιλότητα στη φύση, συντε-
λείται µε τη βοήθεια των µελισσών.
Άλλωστε, το 80-90% της παραγωγής
πολλών καρποφόρων δέντρων ή
φυτών µεγάλης καλλιέργειας οφεί-
λεται στη συµβολή του παράγοντα
µέλισσα. Επιπλέον, τα προϊόντα που
λαµβάνει ο µελισσοκόµος από τις
µέλισσες αντιπροσωπεύουν µόνο το
1-10%
της προσφοράς τους, ενώ το
90-99%
το προσφέρουν στη γεωρ-
γία. Χωρίς τις µέλισσες θα ήταν αδύ-
νατη η επικονίαση των 3/4 του συ-
νόλου των φυτών του Πλανήτη, η δε
παραγωγή φρούτων, λαχανικών και
σπόρων θα ήταν ιδιαίτερα περιορι-
σµένη, ενώ η διατροφή µας θα πε-
ριοριζόταν στο καλαµπόκι, στο σι-
τάρι, στο ρύζι και στην πατάτα. Η
συµβολή του µελισσοκοµικού κλά-
δου στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν
θα πρέπει να εκτιµάται όχι µόνο από
την αριθµητική αξία των παραγόµε-
νων µελισσοκοµικών προϊόντων,
αλλά και από το γεγονός ότι η µέ-
λισσα είναι ο ανεκτίµητα µεγαλύτε-
ρος συντελεστής της επικονίασης.
Από την αρχαιότητα, φαίνεται ότι, οι
άνθρωποι γνώριζαν τη µέλισσα και
αυτό αποδεικνύεται από διάφορες
γραπτές πηγές, αλλά και αντικείµενα
(
κοσµήµατα) που βρέθηκαν σε τά-
φους και στα οποία υπάρχουν χα-
ραγµένες µέλισσες. Σε αρχαιολογι-
κές ανασκαφές, στην Κύπρο, βρέθη-
καν δύο χρυσά κοσµήµατα τα οποία
παριστάνουν µέλισσες. Το ένα βρέ-
θηκε στο Άρσος της Λάρνακας και
είναι από το ιερό της Αφροδίτης της
Γολγίας. Είναι ένα χρυσό περιδέραιο
από ψήφους µε κοκκιδωτή διακό-
σµηση και περίαπτο από αχάτη. Στη
µέση του κοσµήµατος είναι µια µέ-
λισσα πάνω σε Αιγυπτιακή κορώνα
(
Κυπροαρχαϊκή Περιόδος Ι, 750-600
π.Χ.). Το άλλο εύρηµα είναι σε χρυσό
δαχτυλίδι που βρέθηκε στο Μάριον
της Πάφου και διακοσµείται από µία
µέλισσα και παραπλεύρως δύο που-
λιά (Κυπροκλασσική περιόδος Ι, 475-
400
π.Χ.).
Από τα παλιά χρόνια, ήταν γνωστό
ως πολύ καλής ποιότητας το µέλι
που παραγόταν στην Κύπρο. Μέλι
δεν παρήγαγαν µόνο οι αγρότες στο
Νησί, αλλά και τα Μοναστήρια. Η πα-
ραδοσιακή παραγωγή µελιού στην
Κύπρο γινόταν σε τζιβέρτια, τα οποία
αρχικά ήταν καµωµένα από ξύλο και,
συγκεκριµένα, από κορµούς δέν-
τρων, στους οποίους αφαιρούσαν το
εσωτερικό. Aργότερα, είχαν κατα-
σκευασθεί τζιβέρτια από πηλό και
άχυρα ή µόνο από κοκκινόχωµα, τα
οποία ψηνόντουσαν σε φούρνους.
Σε αρκετές περιπτώσεις, τα τζιβέρτια
ήταν εντοιχισµένα στους εξωτερι-
κούς τοίχους των αγροτικών κατοι-
κιών.
Αρκετοί ερευνητές ασχολούµενοι µε
Κυπριακό Μουσείο