Παθογόνος δράση
1)
Εντερική φάση: αρχίζει 24 µε 72 ώρες µετά την κατανάλωση µολυσµένου κρέατος:
I. Ερεθιστική – τραυµατική φάση (εισβάλλουν βαθιά στον εντερικό βλεννογόνο).
II. ∆ηµιουργία πυλών εισόδου µικροβίων του εντερικού περιεχοµένου στον εντερικό βλεννογόνο.
III. Τοξική – αλλεργική φάση.
2)
Μυϊκή φάση ή φάση διασποράς των προνυµφών:
I. Τραυµατική – ερεθιστική (εκφύλιση µυϊκών ινών).
II. Τοξική δράση – αλλεργία.
III. Μεταφορά παθογόνων µικροβίων από τον εντερικό αυλό στους ιστούς.
Αλλοιώσεις
1)
Εντερική φάση: Παρατηρείται οξεία εντερίτιδα.
2)
Μυϊκή φάση: Έντονα µολυσµένοι µύες είναι οι µασητήρες, ο µυς της γλώσσας, του λάρυγγα, του δια-
φράγµατος και του τραχήλου.
Στο αρχικό στάδιο της νόσου οι αλλοιώσεις δεν είναι ορατές. Σε έντονες µολύνσεις οι µύες γίνονται ωχρό-
λευκοι ή ερυθροϊώδεις, συµπαγείς, σκληροί και οιδηµατώδεις. Τον 3
ο
µήνα µετά τη µόλυνση παρατηρούνται
µικροσκοπικά κυστίδια που περιέχουν µολύνουσες προνύµφες. Στους 5 µε 9 µήνες τα κυστίδια τυροειδοποι-
ούνται και ασβεστοποιούνται. Άλλα όργανα και ιστοί που προσβάλλονται είναι οι πνεύµονες, το µυοκάρδιο
και οι µήνιγγες.
Γενικά στο χοίρο δεν παρατηρούνται συµπτώµατα, ακριβώς διότι είναι πολύ ανθεκτικός στην τριχινέλλωση.
Σε πολύ έντονες µολύνσεις παρατηρούνται µυαλγία, οίδηµα βλεφάρων και απίσχνανση µε τελική απόληξη
το θάνατο. Υποψία της νόσου δίνουν τα συµπτώµατα, ενώ ειδική διάγνωση γίνεται µε ορολογικές εξετάσεις.
∆ιαφορική διάγνωση γίνεται από τη µυϊκή κυστικέρκωση, τη σαρκοσποριδίωση, τη µικροασκαρίδωση και την
εχινοκοκκίαση. Σηµειώνεται ότι, δεν κρίνεται σκόπιµη οποιαδήποτε θεραπεία, αντιθέτως η πρόληψη σε επί-
πεδο εκτροφής επικεντρώνεται: 1) Στο µαγείρεµα των οικιακών απορριµµάτων που τυχόν χρησιµοποιούνται
για διατροφή των χοίρων. 2) Στην καταπολέµηση των τρωκτικών στα σφαγεία και στα χοιροστάσια. 3) Στη
σωστή αποθήκευση των ζωοτροφών. 4) Στον αποκλεισµό της πρόσβασης άγριων ζώων στις εκµεταλλεύσεις
εκτροφής και πάχυνσης χοίρων. 5) Στην άµεση αποµάκρυνση των νεκρών ζώων από τις εκµεταλλεύσεις, ώστε
να αποφεύγονται φαινόµενα κανιβαλισµού.
Kατά τη διαδικασία της σφαγής είναι υποχρεωτική η εξέταση όλων των σφάγιων χοίρων µε τη µέθοδο της τα-
χείας και οµαδικής εξέτασης (τεχνητή πέψη), καθώς και η κατάσχεση και καταστροφή των µολυσµένων µε
προνύµφες σφάγιων που εντοπίζονται στα σφαγεία µετά από τις σχετικές εξετάσεις.
Τα κυριότερα συµπτώµατα που εµφανίζονται στον άνθρωπο µετά από την προσβολή του από το συγκεκριµένο
παράσιτο ποικίλλουν από µια απλή µυαλγία µέχρι γενικευµένη κατάπτωση που µπορεί να επιµένει για µεγάλο
χρονικό διάστηµα. Ενδεχοµένως, µπορεί να εµφανιστεί οίδηµα των βλεφάρων, συµπτώµατα που αφορούν
το πεπτικό σύστηµα, καθώς και αλλεργικές αντιδράσεις που οφείλονται στις προνύµφες. Σε σπάνιες περι-
πτώσεις µπορεί να προκληθεί αποβολή σε εγκύους ή/και προσβολή του κεντρικού νευρικού συστήµατος.
Στην Κύπρο, όλα τα σφάγια χοίρων που διατίθενται προς κατανάλωση και τα οποία έχουν επιθεωρηθεί από τις
Κτηνιατρικές Υπηρεσίες, του Yπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, και φέρουν το σήµα
καταλληλότητας, ελέγχονται, ταυτόχρονα, για την παρουσία προνυµφών του παρασίτου και µόνο εφόσον τα
αποτελέσµατα αυτά είναι αρνητικά προωθούνται προς κατανάλωση. Στην Κύπρο, τα τελευταία 50 χρόνια δεν
έχουν ανεβρεθεί θετικά σε τριχινέλλα σφάγια.
Ο καλύτερος τρόπος προφύλαξης του κοινού από το παρασιτικό αυτό νόσηµα, εκτός από τους ελέγχους
που διενεργούν οι αρµόδιες Αρχές, είναι η αποφυγή κατανάλωσης ατελώς ψηµένου ή ωµού κρέατος χοί-
ρου, αγριόχοιρου και αλόγου (ωµά αλλαντικά και κιµάς). Το ψήσιµο του κρέατος µέχρι η εσωτερική του
θερµοκρασία να φτάσει τους 75°C αποτελεί τον ουσιαστικότερο τρόπο προστασίας από το παρασιτικό αυτό
νόσηµα.
ΑΓΡΟΤΗΣ
15