Η καλλιέργεια της µηδικής (πολυετές τριφύλλι)
Αντώνης Πογιατζιής
Λειτουργός Γεωργίας
στο Tµήµα Γεωργίας
Η
µηδική ανήκει στην οικογένεια των ψυχανθών και αποτελεί µιαν από τις πιο σηµαντικές καλλιέργειες στη
χώρα µας όσον αφορά την παραγωγή ποιοτικών χονδροειδών ζωοτροφών, πλούσιων σε θρεπτικά συ-
στατικά, που χρησιµοποιούνται στα σιτηρέσια των βοοειδών, των αιγοπροβάτων, των χοίρων και των πουλε-
ρικών. Η υψηλή της περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες, υδατάνθρακες, ανόργανα άλατα και βιταµίνες, την καθιστά
άριστη χονδροειδή ζωοτροφή σε παγκόσµια κλίµακα. Η µηδική στην Κύπρο καλλιεργείται για την παραγωγή
σανού, ενσιρώµατος και χλωρού χόρτου, κυρίως, ως αρδευόµενη καλλιέργεια σε αρκετές περιοχές. Είναι
φυτό πολυετές που ευδοκιµεί σε ποικιλία κλιµατολογικών συνθηκών. Επιπλέον, µπορεί να καλλιεργηθεί σε
εδάφη ποικίλης σύστασης, αναπτύσσεται όµως καλύτερα, στα µέσης σύστασης ουδέτερα έως ελαφρά αλ-
καλικά, βαθιά, αεριζόµενα, και µε καλή αποστράγγιση εδάφη. Το κέρδος από µία τέτοια επιλογή εδάφους
είναι η υψηλότερη παραγωγή και η διατήρηση της καλλιέργειας για περισσότερα χρόνια. Καλό είναι να απο-
φεύγονται τα πολύ βαρετά, αργιλώδη και όξινα εδάφη. Εάν το έδαφος είναι όξινο µπορεί να βελτιωθεί µε προ-
σθήκη ασβεστίου πριν τη σπορά.
4
ΑΓΡΟΤΗΣ
Σαν φυτό, η µηδική έχει συγκεκριµένες απαιτήσεις σε
θρεπτικά στοιχεία και µεγάλες απαιτήσεις σε νερό µε
ανάγκες γύρω στους 1300 τόνους ανά δεκάριο το
έτος. Αρδεύεται, συνήθως, µε αυτόµατα συστήµατα
άρδευσης όπως οι αυτοκινούµενες αντένες, το σύ-
στηµα τεχνητής βροχής και το υπόγειο σύστηµα άρ-
δευσης µε σταγόνες. Κατατάσσεται στα φυτά µέσης
ανθεκτικότητας στα υφάλµυρα νερά. Είναι φυτό πο-
λυετές και πολλαπλών κοπών, µε δυνατότητα ανα-
βλάστησης µετά από κάθε κοπή. Μια αρδευόµενη
καλλιέργεια αποδίδει ικανοποιητικά και είναι οικονο-
µικά συµφέρουσα µέχρι και το 4
ο
-5
ο
έτος από την εγ-
κατάστασή της. Η άρδευση γενικά αυξάνει την από-
δοση της µηδικής. Χρειάζεται, όµως, προσοχή γιατί η
υπερβολική άρδευση σε σηµείο που να δηµιουργεί
λιµνάζοντα νερά, προκαλεί καταστροφή των φυτών
και οδηγεί σε αραίωµα της φυτείας. Η συχνότητα άρ-
δευσης είναι συνήθως 1-2 φορές από κοπή σε κοπή.
Στη χώρα µας η µηδική σπέρνεται, συνήθως, την
άνοιξη (από τα µέσα Φεβρουαρίου έως τα µέσα Απρι-
λίου) και το φθινόπωρο (Σεπτέµβριο-Οκτώβριο). Η
σπορά γίνεται συνήθως µε 2-5 κιλά σπόρου ανά δε-
κάριο. Πρόβληµα στη µηδική αποτελούν οι «σκληροί
σπόροι», δηλαδή οι σπόροι που αν και είναι ακέραιοι
δεν βλαστάνουν γιατί δεν µπορούν να απορροφή-
σουν την απαραίτητη υγρασία για να φυτρώσουν
έστω και αν βρίσκονται σε ευνοϊκές συνθήκες. Η βλά-
στηση του σπόρου γίνεται σε ένα ευρύ φάσµα θερ-
µοκρασιών, ανάλογα µε την ποικιλία, µε άριστη θερ-
µοκρασία εδάφους τους 7-8
ο
C.
Η µηδική έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις για καλό φύτρωµα.
Οι καλλιέργειες που θα προηγηθούν της µηδικής πρέ-
πει να συγκοµίζονται νωρίς το καλοκαίρι, να αφήνουν
το έδαφος καθαρό από ζιζάνια και να µην προσβάλ-
λονται από τις ίδιες ασθένειες ριζών που προσβάλλε-
ται η µηδική. Πρέπει να αποφεύγεται η σπορά µηδικής
σε χωράφι που ήταν φυτεµένο µε καλαµπόκι ή σόργο
(
σούτεξ) γιατί παρουσιάζονται δυσκολίες στη βλά-
στηση, εξαιτίας του µεγάλου όγκου υπολειµµάτων
που αφήνουν στο έδαφος, ειδικά στα βαριά αργιλώδη
εδάφη. Επιπλέον, η επανασπορά µηδικής στο ίδιο χω-
ράφι µετά την καταστροφή της παλιάς φυτείας δεν
συστήνεται λόγω πιθανών προβληµάτων που προκύ-
πτουν από την εξάντληση της υγρασίας του εδάφους,
την ανάπτυξη ασθενειών και την αυτοτοξικότητα. Επο-
µένως, η χρήση µιας καλά µελετηµένης αµειψισποράς
προσφέρει τα γνωστά µακροπρόθεσµα οφέλη στην
καλλιέργεια. Το καλύτερο για τη σπορά της µηδικής
είναι να προηγηθεί καλλιέργεια µε φθινοπωρινά ψυ-
χανθή ή χειµερινά σιτηρά τα οποία δεν αφήνουν ογ-
κώδη υπολείµµατα, ενώ, υπάρχει αρκετός χρόνος για
την προετοιµασία του εδάφους για σπορά.