Γηγενείς ποικιλίες αµπέλου - ένας αναξιοποίητος πλούτος
Σάββας Κωνσταντίνου
και Μάριος Νικολάου
Οινολόγοι
στο Συµβούλιο Αµπελοοινικών Προϊόντων
Η
τάση των τελευταίων χρόνων θέλει την οινική παραγωγή να στηρίζεται, σε µεγάλο βαθµό, σε γηγενείς
ποικιλίες που προσδίδουν οίνους µε ταυτότητα, έχοντας διαφορετικά, ξεχωριστά και µοναδικά χαρακτη-
ριστικά. Σήµερα, στον τόπο µας, µετά από συντονισµένες προσπάθειες όλων των εµπλεκόµενων Φορέων, η
Κύπρος παράγει οίνους εξαιρετικής ποιότητας. Το Συµβούλιο Αµπελοοινικών Προϊόντων, ως ο θεσµικός Φο-
ρέας σχεδιασµού και εφαρµογής της αµπελοοινικής πολιτικής, σε συνεργασία µε τους αµπελουργούς και
τους οινοποιούς της Κύπρου κατάφερε να αξιοποιήσει, στο έπακρο, τα κοινοτικά κονδύλια του Εθνικού Προ-
γράµµατος Στήριξης του Αµπελοοινικού τοµέα (ΕΠΣΑ), µε αποτέλεσµα η αµπελοοινική παραγωγή του τόπου
να αναβαθµιστεί σηµαντικά.
Ο κυπριακός αµπελώνας αποτελείται από ένα συναπάντηµα ντόπιων και διεθνών ποικιλιών σε ποσοστό καλ-
λιεργούµενης έκτασης, περίπου, 75% και 25%, αντίστοιχα. Οι σηµαντικότερες κυπριακές ερυθρές ποικιλίες
αµπέλου που τον αποτελούν, µε βάση αυτό το κριτήριο, είναι το Ντόπιο Μαύρο, το Μαραθεύτικο, το
Όφθαλµο, το Γιαννούδι, το Βλούρικο, το Όµιο και το Κυπριακό Κόκκινο. Όσον αφορά τις λευκές ποικιλίες, οι
σηµαντικότερες είναι το Ξυνιστέρι, το Σπούρτικο, η Μωροκανέλλα, η Πρωµάρα, η Κανέλλα και το Γιαλλούρικο.
Οι πιο διαδεδοµένες γηγενείς ποικιλίες είναι το Ντόπιο Μαύρο που καταλαµβάνει το 47% της καλλιεργούµε-
νης έκτασης, το Ξυνιστέρι µε 23%, το Μαραθεύτικο µε 2% και το Όφθαλµο µε 1%. Ωστόσο, από οινολογικής
άποψης, σηµαντικότερες ποικιλίες θεωρούνται το Ξυνιστέρι και το Μαραθεύτικο, οι οποίες έχουν καταφέρει
να προσδώσουν µια ξεχωριστή νότα διαφορετικότητας και τυπικότητας στη συνείδηση των καταναλωτών. Οι
υπόλοιπες γηγενείς ποικιλίες, καταλαµβάνουν καλλιεργήσιµη έκταση περί των 20 εκταρίων, συνολικά, και
αποτελούν, µόλις, το 0,2% του κυπριακού αµπελώνα. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, έχει δηµιουργηθεί αριθ-
µός νέων φυτειών, κυρίως, στην περιοχή των «Κρασοχωρίων Λεµεσού» και της «Ηµιορεινής Πάφου» µε σκοπό
τον πειραµατισµό και την περαιτέρω µελέτη τους τόσο από οινολογικής, όσο και από αµπελουργικής σκοπιάς.
Το Σπούρτικο, εδώ και χρόνια, αποτελεί την ποικιλία επικονιαστή του Μαραθεύτικου. Είναι λευκή ποικιλία αµ-
πέλου που συναντάται, κυρίως, στην περιοχή των «Κρασοχωρίων Λεµεσού» και της «Ηµιορεινής Πάφου» µε συ-
νολική έκταση 10 εκταρίων. Η Πρωµάρα είναι και αυτή µια λευκή ποικιλία αµπέλου που η έκταση της ανέρ-
χεται στα 3,5 εκτάρια που τη συναντούµε, κυρίως, στην περιοχή των «Κρασοχωρίων Λεµεσού» και στην «Ορεινή
Πάφου». Η Μωροκανέλλα είναι επίσης λευκή ποικιλία αµπέλου που καλλιεργείται στην περιοχή των «Κρασο-
χωρίων Λεµεσού» και της «Ηµιορεινής Πάφου» από το 1998 και µετά. Το Γιαννούδι, είναι ερυθρή ποικιλία αµ-
πέλου που συναντάται σε έκταση περί των έξι εκταρίων στην περιοχή των «Κρασοχωρίων Λεµεσού» στην
Επαρχία Πάφου και στην Πιτσιλιά.
Για τις υπόλοιπες, υπό εξαφάνιση, γηγενείς ποικιλίες, όπως η Κανέλλα, το Γιαλλούρικο, το Βλούρικο, το Όµιο
κ.ά. γίνονται προσπάθειες για συµπερίληψή τους στο βασικό πολλαπλασιαστικό υλικό, έτσι ώστε σε πρώτη φάση
να αναπτυχθεί η καλλιεργούµενη έκτασή τους και σε δεύτερο στάδιο να γίνει περαιτέρω αξιολόγησή τους.
Οι υπό εξαφάνιση γηγενείς ποικιλίες αποτελούν έναν κρυµµένο θησαυρό και αναµένουν καρτερικά την ανά-
δειξή τους. ∆εν υπάρχει αµφιβολία ότι θα πρέπει να αποτελέσουν αντικείµενο έρευνας και να εντατικοποι-
ηθούν οι προσπάθειες διερεύνησης των προοπτικών και δυνατοτήτων αξιοποίησής τους.
ΑΓΡΟΤΗΣ
45
Οίνων Νέα